« Προχτές ο Κοντόλαιμος είχε δοκιμάσει να σκοτώσει τον γιατρό με μια πέτρα. Σήμερα ο Καρζής θέλησε να αφήσει να πνιγεί ο μηχανικός. Ναι, ο θάνατος είχε μπλεχτεί κατά πολύ περίεργο τρόπο στην εύθυμη συντροφιά μας. [...]» Θυμήθηκα όσα είχα ακούσει από τον ηγούμενο της Μονής Διονυσίου και από τον τραπεζικό συνάδελφό μου των Καρυών, γι’ αυτόν. Θυμήθηκα τη φράση του πρώτου : “Οι Γερμανοί λύσσαξαν να βρουν τον Σταυρό των Κομνηνών, έκαναν μπλόκα και σχολαστικές έρευνες, αλλά δε βρήκαν τίποτε ”. Άρα, ο κλέφτης δεν είχε προφτάσει να τον βγάλει από το Άγιον Όρος, τον είχε αφήσει εκεί, τον είχε κρύψει γύρω στο Μοναστήρι. Ο Τίμοθυ όμως φαινόταν πολύ νέος για να είναι αυτός ο ίδιος που τον είχε κλέψει τότε. Ο Κοντόλαιμος, πάλι ; Ποιά ανάμειξη μπορούσε να έχει σε αυτή τη δουλειά ο πλούσιος μηχανικός ; Και η Ντόρα ; Η Ντόρα, ναι, αυτή τα ήξερε όλα. Αλλά δε θα μιλούσε με κανέναν τρόπο. [...]»Πόσες ιστορίες και πόσα πάθη κρύβονταν στη μικρή αυτή συντροφιά ! Ο Καρζής μισούσε τον άντρα της αγαπημένης του. Ο Αρλιώτης τον εραστή της γυναίκας του. Η Λίζα ζήλευε. Ο Τίμοθυ σίγουρα θα ήταν έτοιμος να σκοτώσει για το θησαυρό που είχε κλέψει και του τον έκλεψαν. Κι εγώ ; »
Μου μίλησε για το χειρόγραφο που έφερα. Ήταν μια αυτόγραφη παραχώρηση δικαιωμάτων προς τη Μονή Βατοπεδίου, από την ίδια την αυτοκράτειρα Ζωή.– Κάτι που, όπως φαίνεται, οι διεθνείς Βυζαντινολόγοι το θεωρούν πολύτιμο.–Και τί σχέση έχει η Τράπεζα;Γέλασε πάλι. Αυτός ο άνθρωπος, που δήθεν πέθαινε από την πλήξη του, γελούσε σε κάθε λεπτό.– Η Τράπεζά μας έχει σχέση με οτιδήποτε αξίζει λεφτά. Πάντως, αυτό το χαρτί…Αυτό το χαρτί το είχαν κλέψει οι Γερμανοί στην Κατοχή. Το βρήκαν οι Αμερικανοί όταν τέλειωσε ο πόλεμος. Το πήγαν στην Αμερική κι από κει έμπλεξαν οι Τράπεζες.– Όπως ξέρεις, η δική μας διαχειρίζεται την περιουσία που έχει στις πόλεις η Μονή Βατοπεδίου. Σ’ εμάς, πριν από τον πόλεμο, η Μονή είχε καταθέσεις εκατό εκατομμυρίων δραχμών. Εκατό χιλιάδων χρυσών λιρών, δηλαδή. Η Τράπεζά μας ήρθε σ’ επαφή με την Αμερικανική Τράπεζα, που την αντιπροσωπεύει πέρα από τον Ατλαντικό, και μαζί της κανόνισε την παραλαβή του χαρτιού κλπ. κλπ. Κατάλαβες ;
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ως συγγραφέας εμφανίστηκε το 1953 στο
βραχύβιο περιοδικό Οικογένεια, δημοσιεύοντας με το πραγματικό του όνομα
σε συνέχειες το αστυνομικό μυθιστόρημα Έγκλημα στο Κολωνάκι. Υπήρξε
πολυγραφότατος. Θα ακολουθήσουν, πάντα σε συνέχειες, περισσότερα από εξήντα αστυνομικά
μυθιστορήματα και νουβέλες, ενώ το σύνολο των αφηγημάτων του στον ημερήσιο Τύπο,
ιστορικών και αισθηματικών, ξεπερνάει τα εκατό. Τα υπογράφει ως Γιάννης Μαρής και
έτσι πλέον θα μείνει γνωστός. Τα μυθιστορήματά του εκδίδονταν συχνά και σε πολλές
άλλες εφημερίδες σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού (ελληνόφωνο
Τύπο της Αυστραλίας, Κύπρου, Λονδίνου, Κωνσταντινουπόλεως, Ν. Αφρικής κ.α.).
Ο Γιάννης Μαρής
ανανέωσε το αθηναϊκό ανάγνωσμα της εποχής συνδυάζοντας την ποιότητα με τη
συναρπαστική πλοκή και έγινε ο θεμελιωτής του ελληνικού αστυνομικού
μυθιστορήματος. Υπήρξε ένας από τους δημοφιλέστερους Έλληνες συγγραφείς των
δεκαετιών 1950, 1960 και 1970.
Ο Γιάννης Μαρής
έγραψε επιπλέον το σενάριο είκοσι κινηματογραφικών ταινιών και ανέβασε δύο
θεατρικά έργα.
Το συγγραφικό
έργο του Γιάννη Μαρή ήταν πάντα ενταγμένο στη δημοσιογραφική του δουλειά, που
περιλάμβανε κινηματογραφική κριτική, έρευνες, συνεντεύξεις, ανταποκρίσεις και
αποστολές στο εξωτερικό.
Τελευταία του
μυθιστορήματα είναι Η εξαφάνιση του Τζων Αυλακιώτη (1976) και Η
απαγωγή (1978).
Πέθανε στην
Αθήνα τον Νοέμβριο του 1979 λίγο μετά τη συνταξιοδότησή του.
Οι Εκδόσεις ΑΓΡΑ έχουν αναλάβει το σύνολο της έκδοσης
των αστυνομικών μυθιστορημάτων του ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου