SYLVAIN TESSON
Η ΛΕΟΠΑΡΔΑΛΗ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ
Μετάφραση : ΣΠΥΡΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ
Εκδόσεις ΑΓΡΑ, Δεκέμβριος 2020
Αριθμός σελίδων : 192, Τιμή : 14,50 Ευρώ
ISBN: 978-960-505-477-9
Μια αλεπού εκτέθηκε στον ήλιο και διαγραφόταν στην κορυφογραμμή, σε μεγάλη απόσταση από εμάς. Επέστρεφε άραγε από το κυνήγι; Με το που απομάκρυνα τη ματιά μου, εξαφανίστηκε. Δεν την ξαναείδα ποτέ. Μάθημα πρώτο: Τα θηρία εμφανίζονται χωρίς να δώσουν σημάδια κι ύστερα εξαφανίζονται χωρίς να μας αφήνουν την παραμικρή ελπίδα να τα ξαναβρούμε. Πρέπει κανείς να αντιλαμβάνεται ως ευλογία την εφήμερη θέαση τους, να την τιμά σαν ιερή προσφορά. Αν κάτι προκύψει, αυτό θα είναι μόνο ανταμοιβή. Αν τίποτα δεν συμβεί, θα αδειάσουμε τη γωνιά, αποφασισμένοι να ξαναπιάσουμε το καρτέρι την επομένη. Οπότε, αν εμφανιστεί το θηρίο, θα το πανηγυρίσουμε. Υποδεχόμενοι αυτόν τον σύντροφο, του οποίου η παρουσία είναι σίγουρη, αλλά η επίσκεψη αβέβαια. Το καρτέρι είναι μια ταπεινή πίστη.
« Είχα συναντήσει τον Βανσέν Μυνιέ ένα Πάσχα, μετά
την προβολή της ταινίας του για το λύκο της Αβησσυνίας. Μου είχε μιλήσει για το
πόσο άπιαστα είναι τα θηρία και για αυτή την υπέρτατη αρετή : την υπομονή. Μου
είχε αφηγηθεί τη ζωή του ως φωτογράφου άγριων θηρίων και είχε απαριθμήσει τις
τεχνικές για το καρτέρι. Επρόκειτο για μια τέχνη εύθραυστη και διακριτική η
οποία συνίστατο στο να καμουφλάρεται κανείς μέσα στη φύση προκειμένου να παραφυλάξει
ένα ζώο, του οποίου την έλευση τίποτε δεν εγγυάται. Οι πιθανότητες επιστροφής
με άδεια χέρια είναι μεγάλες. Τούτη η αποδοχή της αβεβαιότητας μου φαινόταν
πολύ αριστοκρατική – κι ως τέτοια αμιγώς αντιμοντέρνα. […]
» Η
λεοπάρδαλη του χιονιού κάνει έρωτα σε πάλλευκα τοπία. Το μήνα Φεβρουάριο
μπαίνει σε οίστρο. Ζει μέσα στα κρύσταλλα, ντυμένη με γούνες. Τα αρσενικά
παλεύουν, τα θηλυκά προσφέρονται, τα ζευγάρια καλούν το ένα το άλλο. Ο Μυνιέ τα
είχε όλα προβλέψει : Αν θέλαμε να έχουμε κάποια πιθανότητα να την αντικρίσουμε,
έπρεπε να την αναζητήσουμε μέσα στο καταχείμωνο, στα τέσσερις η πέντε χιλιάδες
μέτρα υψόμετρο. Θα προσπαθούσα να αντισταθμίσω τις αντιξοότητες του χειμώνα με
τη χαρά της θέασής της. […]
» ”Λεοπάρδαλη”,
το όνομα ηχούσε σαν κόσμημα. Τίποτε δεν εγγυόταν κάποια συνάντηση μαζί της. Το
καρτέρι είναι ένα στοίχημα : Πηγαίνοντας να συναντήσεις τα άγρια ζώα,
κινδυνεύεις ν’ αποτύχεις. Ορισμένοι δεν παρεξηγούνται και βρίσκουν χαρά στην
αναμονή. Αυτό απαιτεί φιλοσοφικό πνεύμα με ροπή προς την ελπίδα. Δυστυχώς δεν
ήμουν τέτοιου είδους άνθρωπος. Εγώ ήθελα να δω το θηρίο, παρότι, από τάκτ, δεν
ομολογούσα την αδημονία μου στον Μυνιέ.»
ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ*
– Τεσσόν ! Υπάρχει ένα άγριο θηρίο στο Θιβέτ. Το κυνηγάω εδώ και έξι χρόνια, είπε ο Μυνιέ. Ζει στα υψίπεδα. Χρειάζονται πολύωρα πλησιάσματα μέχρι να το αντικρίσεις. Θα επιστρέψω φέτος το χειμώνα, έλα μαζί μου.
– Τι ζώο είναι ;
– Η λεοπάρδαλη του χιονιού, είπε. Μια σκια μαγική !
– Νόμιζα πως είχε εξαφανιστεί, είπα.
– Έτσι θέλει να πιστεύουμε.
Παρουσιάστε
μας την λεοπάρδαλη του χιονιού…
Ξέρουμε ελάχιστα γι’
αυτήν και στρεβλά. Δεν απομένουν παρά μόλις πέντε χιλιάδες ζωντανά σε απρόσιτες
περιοχές, από το Παμίρ ως τα ανατολικά Ιμαλάια και από το Αλτάι ως το Νεπάλ.
Είναι ένα ζώο που έχει προσαρμοστεί στα πολύ μεγάλα υψόμετρα: εντοπίζουμε τα
ίχνη του στα 6.000 μέτρα. Ένας όμως από τους βασικούς λόγους για τους οποίους
παραμένει εν πολλοίς άγνωστη είναι πως γίνεται πολύ δύσκολα ορατή. Διαθέτει
τέτοια ικανότητα στο καμουφλάζ που μπορεί κανείς να περάσει σε απόσταση δέκα
μέτρων από εκείνη χωρίς να την δει. Καθότι είναι βαριά, ογκώδης και επιτίθεται
σε πολύ ευέλικτη λεία, αντισταθμίζει την σχετική της βραδύτητα με αυτό το καμουφλάζ,
το οποίο της παρέχει το απαραίτητο εκείνο στοιχείο της έκπληξης και της
αστραπιαίας αντίδρασης που απαιτείται στο κυνήγι.
Στην
εισαγωγή, αφηγείστε την παρακολούθηση μαζί με τον φωτογράφο άγριων ζώων Vincent Munier μιας ομάδας ασβών,
και σημειώνετε πως η παλαιότερη ονομασία του ασβού στα γαλλικά είναι «τεσσόν».
Είναι αυτός ένας τρόπος για να πει κανείς πως ο άνθρωπος είναι ένα ζώο μεταξύ
άλλων;
Πιθανώς. Μία από τις
δύο αιτίες που με ώθησαν να ακολουθήσω τον Βανσέν Μυνιέ, ήταν και η επιθυμία
αναζήτησης της ζωικής πλευράς που ενυπάρχει μέσα μας, κι από την οποία έχουμε
πολύ απομακρυνθεί. Αυτή η απομάκρυνση από το ζώο συνιστά άλλωστε την ίδια μας
τη ζωή, και ονομάζεται πολιτισμός, γλώσσα.
Η επανασύνδεση με
αυτό το ζωικό κομμάτι, το να προσπαθήσει κανείς να αντιληφθεί και πάλι την φύση
μέσα στην οποία τοποθετείται, ήταν λοιπόν η πρώτη αιτία. Η δεύτερη, ήταν πως ο
Μυνιέ μου πρότεινε να συμπεριφερθώ μέσα στη φύση με τρόπο πρωτόγνωρο για μένα,
εφαρμόζοντας την τέχνη του καρτεριού: την αναμονή, την απόκρυψη, την ακινησία,
τη σιωπή. Την τέχνη της αφομοίωσης, της οιονεί απορρόφησης μέσα στο υπόστρωμα.
Εγώ που είμαι σε μια διαρκή κίνηση δεν είχα ποτέ μου βιώσει αυτόν τον τρόπο μετοχής
στον κόσμο.
Μα πώς
μπορεί κανείς να εφαρμόσει αυτή την τέχνη της ακινησίας μέσα σε ακραία παγωνιά;
Αυτό που μου
προκάλεσε πολύ το ενδιαφέρον είναι η ικανότητα απόλυτης αυταπάρνησης απέναντι
στις κακουχίες που υφίσταται κανείς την ώρα του καρτεριού. Γεγονός που
συνεπάγεται ότι ο διανοητικός στόχος που θέτει κανείς στον εαυτό του – ο δικός
μας ήταν να αντικρίσουμε το ζώο – του επιτρέπει να ξεχνά όλα τα υπόλοιπα. Ο
Βανσέν Μυνιέ γνωρίζει ότι το ζώο μπορεί να έρθει, ότι η ανταμοιβή είναι πιθανή.
Κι αντέχει τη δοκιμασία.
Εκείνος
έχει έναν στόχο: την εικόνα. Εσείς, όμως, για ποιο λόγο βρίσκεστε εκεί;
Είμαι εκεί για την φανέρωση,
και θεωρώ πως αυτό που πολύ γρήγορα βίωσα, καθώς περίμενα την λεοπάρδαλη, ήταν
ένα αίσθημα που άπτεται του ιερού. Δεν πρόκειται ούτε για αντιλήψεις περί
μαγείας, ούτε για σαμανισμό επιπέδου συζήτησης καφενείου, αλλά πολύ απλά ότι
δεν είχα καθόλου συνηθίσει να ζω με την ένταση της αναμονής και της υπομονής.
Ανακάλυψα την αρετή της υπομονής, συνειδητοποίησα πως μεταξύ της ελπίδας πως
κάτι θα συμβεί και τη στιγμή που αυτό συμβαίνει, μεσολαβεί ένα διάστημα το
οποίο γεμίζουν σκέψεις ανύποπτες, που έρχονται όταν δεν τις περιμένεις.
Το καρτέρι είναι αναχρονιστικό
στο μέτρο που μας επαναφέρει σε όλα εκείνα απ’ τα οποία οι σύγχρονες,
υπερδραστήριες, ακατάστατες, χαοτικές μας ζωές, οι ταγμένες στην αμεσότητα του
παρόντος, μας ξεριζώνουν. Μας φέρνει αντιμέτωπους με την υπόθεση ότι μπορούμε
να αφιερώσουμε πολύ χρόνο περιμένοντας κάτι το οποίο ίσως να μην έρθει ποτέ.
Στο καρτέρι, αποχωρούμε από την αμεσότητα του παρόντος για να επιστρέψουμε στο
ενδεχόμενο ακόμη και της αποτυχίας.
* Συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματος Η λεοπάρδαλη του χιονιού.
[ Μετάφραση Σπύρος
Γιανναράς ]
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Συγγραφέας, δημοσιογράφος και ταξιδευτής, ο Συλβαίν Τεσσόν
γεννήθηκε το 1972. Αφού γύρισε τον κόσμο με ποδήλατο, παθιάστηκε με την
Κεντρική Ασία, την οποία εξερευνά ακαταπόνητος από το 1997. Από τις Εκδοσεις Gallimard κυκλοφορούν
μεταξύ άλλων τα βιβλία του Συλβαίν Τεσσόν : Dans les forêts de Sibérie
(2011,
βραβείο Médicis
δοκιμίου),
Une vie à coucher dehors (νουβέλα – 2009, βραβείο Goncourt και βραβείο της Γαλλικής
Ακαδημίας) και Sur les chemins noirs (2016).
Η Λεοπάρδαλη του χιονιού τιμήθηκε με το λογοτεχνικό
βραβείο Renaudot το 2019 .
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ
© VINCENT MUNIER Panthère des neiges (Λεοπάρδαλη του χιονιού),
Καμ, Κίνα (Θιβέτ), 2016