Φτάσαμε στο Ρετέλ και εκεί, ξαφνικά, για πρώτη φορά, συνειδητοποιήσαμε ότι δεν ήμασταν πλέον άνθρωποι όπως όλοι οι άλλοι, αλλά πρόσφυγες. Μίλησα στο πρώτο πληθυντικό, αν και ακόμη δεν ήξερα τι πίστευαν οι συνταξιδιώτες μου. Πιστεύω ωστόσο ότι σε ελάχιστο χρόνο καταλήξαμε ν’ αντιδρούμε λίγο-πολύ με τον ίδιο τρόπο. […] Ίσως να μην είχαμε φτάσει στην αδιαφορία, όμως ο καθένας μας είχε εγκαταλείψει την ιδέα να σκέφτεται οτιδήποτε. […]Δεν ήμουν ταραγμένος. Αναρωτιόμουν για όλα αυτά εντελώς ρεαλιστικά, κάπως σαν παιχνίδι, γιατί όλα ήταν πλέον πιθανά. Ήταν τόσο πιθανό όσο και ο θάνατος του μηχανικού μέσα στο θάλαμο της ατμομηχανής, ή ακόμη, εγώ προσωπικά, να έχω κάνει έρωτα, εν μέσω σαράντα ατόμων, με μια γυναίκα που δεν γνώριζα την προηγουμένη και είχε μόλις βγει από τη φυλακή.
«Ο Σιμενόν εξομολογείται στον εκδότη του το 1961: “Ήθελα πολύ καιρό να γράψω αυτό το μυθιστόρημα, δεν έβρισκα όμως τον τόνο. Δεν χρειάστηκε να γίνω μάγος η μάντης για να αναστήσω την ατμόσφαιρα της εποχής. Εγώ ο ίδιος στη Λα Ροσέλ ήμουν ο ‘κύριος των παραπηγμάτων’. Εγώ έστελνα τα τραίνα να πάνε σε όποια κατεύθυνση μπορούσα, εγώ τα σταματούσα σε κάποιο μέρος στην ύπαιθρο. Το επικίνδυνο ήταν να βάλω στο βιβλίο περισσότερα απ’ όσα έπρεπε”».
– Από τη μονογραφία Simenon του Pierre Assouline.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο Ζωρζ Σιμενόν, Βέλγος γαλλόφωνος
συγγραφέας, γεννήθηκε στη Λιέγη το 1903. Αποφάσισε από νωρίς να αφοσιωθεί στη
συγγραφή. Στα δεκαέξι του χρόνια έγινε δημοσιογράφος στη La Gazette de Liège. Το πρώτο μυθιστόρημά του, που το υπέγραψε με το
ψευδώνυμο Georges Sim, εκδόθηκε το
1921: Au pont des Arches, petite histoire liégeoise. Το 1922 εγκαταστάθηκε με τη ζωγράφο σύζυγό
του στο Παρίσι, όπου έγραψε ιστορίες και μυθιστορήματα σε συνέχειες, κάθε λογοτεχνικού
είδους. Μεταξύ του 1923 και του 1933 δημοσιεύτηκαν σχεδόν διακόσια
μυθιστορήματά του, πάνω από χίλιες ιστορίες και απειράριθμα άρθρα του. Το 1929
ο Σιμενόν σχεδιάζει τον πρώτο Μαιγκρέ : Πιέτρ
ο Λετονός. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Fayard το 1931 και ο
επιθεωρητής Μαιγκρέ έγινε σύντομα εξαιρετικά δημοφιλής.
Ο Σιμενόν έγραψε συνολικά εβδομηνταδύο
περιπέτειες με τον Μαιγκρέ (καθώς και πολλές συλλογές διηγημάτων – μέχρι τον
τελευταίο Μαιγκρέ το 1972, Ο Μαιγκρέ και
ο κύριος Σαρλ). Λίγο αργότερα, ο Σιμενόν άρχισε να γράφει αυτά που ονόμαζε
« μυθιστορήματα-μυθιστορήματα » ή « σκληρά μυθιστορήματα »: πάνω από εκατόν
δέκα τίτλους, από το Ξενοδοχείο της
Αλσατίας (1931) μέχρι τους Αθώους
(1972), με πιο γνωστά τα έργα Το σπίτι
στο κανάλι (1933), Ο άνθρωπος που
έβλεπε τα τρένα να περνούν (1938 – Άγρα, 2004), Ο δήμαρχος της Φυρν (1939), Οι
άγνωστοι μέσα στο σπίτι (1940 – Άγρα, 2011), Τρία δωμάτια στο Μανχάτταν (1946 – Άγρα, 2007), Γράμμα στον δικαστή μου (1947 – Άγρα,
2021), Το χιόνι ήταν βρόμικο (1948 –
Άγρα, 2011), Ο ανθρωπάκος από το
Αρχαγγέλσκ (1956 – Άγρα, 2009), Η
φυγή του κυρίου Μοντ (1945 – Άγρα, 2012), Ο θάνατος της Μπελλ (1952 – Άγρα, 2012), Ο Γάτος (1967 – Άγρα, 2010), Σεληνιασμός
(1933 – Άγρα, 2013), Στριπτήζ (1958 – Άγρα, 2015), Ο άνθρωπος από το Λονδίνο (1933 – Άγρα, 2014), Μπέττυ (1961 – Άγρα, 2016), Οι δαίμονες του πιλοποιού (1949 –
Άγρα, 2019) κ.ά. Παράλληλα με αυτή την εντατική λογοτεχνική δραστηριότητα,
ταξιδεύει συνεχώς· εγκαταλείπει το Παρίσι και εγκαθίσταται στη Σαρέντ και κατόπιν,
κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, στη Βαντέ. Το 1945 αφήνει την Ευρώπη για την
Αμερική, όπου θα διαμείνει δέκα χρόνια. Επιστρέφει έπειτα στη Γαλλία και
εγκαθίσταται οριστικά στην Ελβετία. Από το 1972 αποφασίζει να σταματήσει το γράψιμο.
Με τη χρήση ενός μαγνητοφώνου αφοσιώθηκε έκτοτε στις εικοσιδύο Υπαγορεύσεις του και κατόπιν συνέταξε τα
ογκώδη απομνημονεύματά του Mémoires
intimes (1981). Πέθανε στη Λωζάννη το 1989. Πολλά μυθιστορήματά του έχουν
διασκευαστεί για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου